“Ο Θόδωρας”, το παραδοσιακό του Βόλου
Από την Μεγαλόπολη της Πελοποννήσου, στην παραλία του Βόλου. Κι από εκεί, στον Ινδικό Ωκεανό, στην Αυστραλία και πάλι πίσω στον Βόλο. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα καλύτερα σάντουιτς με σουβλάκι στην Ελλάδα. Του σάντουιτς που φτιάχνει η οικογένεια Μίχου, τα τελευταία 54 χρόνια στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου 14 στο κέντρο του Βόλου. Ανάμεσα στην Ερμού και την Δημητριάδος, στο σαντουιτσάδικο «Ο Θόδωρας», ο χρόνος δείχνει να έχει σταματήσει. Μόνον έτσι θα μπορούσε άλλωστε να διατηρηθεί «Το παραδοσιακό του Βόλου». Όπως γράφει στην πινακίδα έξω από το μαγαζί. Το σουβλάκι του Θόδωρα, σερβίρεται ίδια και απαράλλακτα, όπως και πριν από 54 χρόνια. Στο ίδιο ψωμάκι, κομμένο στην μέση, με γλυκό μπούκοβο και φυσικά το ποιοτικό σουβλάκι που ψήνεται με την ίδια προσοχή όπως και τότε.
Το μαγαζί δεν βρίσκονταν από την αρχή στην Βενιζέλου 14. «Από το 1967 βρισκόμασταν πιο κάτω. Κοντά στην παραλία. Το 1996 το μαγαζί ήρθε στην σημερινή του θέση» λέει ο Χρήστος Μίχος. Ο εκπρόσωπος της τρίτης γενιάς που συνεχίζει την παράδοση και όσα έμαθε από τον θείο του Θόδωρα και τον πατέρα του Νίκο. Ο Νίκος Μίχος, δούλευε στον αδελφό του, μέχρι το 1979 όταν και ανέλαβε εκείνος την επιχείρηση.
«Το μυστικό τα επιτυχίας για το σάντουιτς μας, το πήρα από τον αδελφό μου» λέει ο κύριος Νίκος και συνεχίζει: «Είναι το ψωμάκι μας. Το παίρνουμε από τον ίδιο φούρνο, από το 1976. Τότε το έφτιαχνε ο πατέρας και τώρα τα παιδιά του. Το κόβουμε στην μέση και το ψήνουμε. Μόνον τρία μαγαζιά στον Βόλο δουλεύουν αυτό το ψωμάκι. Είναι δύσκολο να το δουλέψεις. Χρειάζονται χέρια και τα χέρια κοστίζουν. Η πίτα είναι πιο εύκολη. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι δουλεύουν με πίτα».
Ο κύριος Νίκος, ήρθε στον Βόλο από την Μεγαλόπολη, ακολουθώντας τον αδελφό του τον Θόδωρο. Στην συνέχεια, μπαρκάρισε στα καράβια. Σε ένα ταξίδι στην Αυστραλία, κατέβηκε από το καράβι. «Δούλεψα έναν χρόνο στην Αυστραλία, στην εστίαση και πάλι» θυμάται ο κύριος Νίκος και συνεχίζει: «Μετά με έπιασε το αλλοδαπών επειδή ήμουν παράνομος και με γύρισε στην Ελλάδα. Πήγα έναν χρόνο φαντάρος και μετά δούλεψα ένα διάστημα ως πωλητής στα τσιγάρα «Καρέλια». Μετά επέστρεψα στο μαγαζί πλάι στον αδελφό μου και το ανέλαβα το 1979. Από το 1979 μέχρι το 1987, αν ερχόσουν τέτοια ώρα, θα είμασταν κλειστά. Το μεσημέρι δουλεύαμε μέχρι τις 1.30 και ανοίγαμε ξανά στις 6 το απόγευμα. Στις 10.30 το βράδυ κλείναμε. Είχαμε τόση δουλειά, που δεν μπορούσες να μείνεις ανοικτός όλη μέρα. Ο Βόλος έχει αλλάξει. Τότε, γνωριζόμασταν όλοι. Τώρα δεν γνωρίζεις κανέναν».
Ο γιός του, ο Χρήστος, βρίσκεται πλέον πλάι του στο πόστο του πατέρα του. «Να είμαστε γεροί και να μείνουμε ακόμη για πολλά χρόνια» λέει καθώς μας ετοιμάζει δύο σάντουιτς με σουβλάκι. Στα τραπεζάκια μέσα στο μαγαζί, ο χρόνος δείχνει να έχει σταματήσει. Οι ψάθινες καρέκλες, η φωτογραφία με τον παλιό Βόλο, η αφίσα με την Αμερικάνικη σημαία και τον Κένεντι. Ακόμη και οι χαρτοπετσέτες, είναι vintage. Εκείνο όμως που σε ταξιδεύει σίγουρα στο παρελθόν, είναι το σάντουιτς με το σουβλάκι…
Καθόλου σχόλια
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.