Γραμμένα από Human Stories on 02/09/2021
Το Βάπτισμα του πυρός στην Ψέρημο
| Του Νικήτα Καραφυλλάκη |
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1963, τέσσερα χρόνια μετά την αποφοίτησή μου από τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και την εκπλήρωση των στρατιωτικών μου υποχρεώσεων, ανέλαβα υπηρεσία στην εκπαιδευτική περιφέρεια Καλύμνου. Ήμουν ο πρώτος μεταπολεμικά που είχε την τύχη να τοποθετηθεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Πριν από μένα η Κάλυμνος, παραγωγός και εξαγωγέας πληθώρας εκπαιδευτικών, δεν μπορούσε να τους στεγάσει όλους στα σχολεία της. Οι περισσότεροι υπηρετούσαν πάνω από 5 χρόνια, συνήθως πολύ μακριά της, μέχρις ότου αξιωθούν να δουν “καπνόν αποθρώσκοντα” στο νησί τους. Έπρεπε, επομένως, να θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό που τοποθετήθηκα στο μονοθέσιο δημοτικό σχολείο Ψερήμου. Όταν μάλιστα το επίσημο έγγραφο του διορισμού με αποκαλούσε “διευθυντή” και ας μην είχα υφισταμένους.
Το διδακτήριο με 4 ευρύχωρες αίθουσες κτίστηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση, όταν υπηρετούσε για 7 ολόκληρα χρόνια η αείμνηστη συνάδελφος Μαρία Τριπολιτσώτου. (1951-57). Υπήρξε η δασκάλα που θυσίασε την προσωπική και οικογενειακή της ζωή, για να κρατήσει ζωντανό το νησί με την παραμονή και φοίτηση των παιδιών του σε σχολείο.
Βρήκα 22 μαθητές, από 3-4 παιδιά σε κάθε τάξη, γεγονός που έκανε ακόμη δυσκολότερο το έργο μου, γιατί έπρεπε να λειτουργώ τέσσερα τμήματα με διαφορετικά αντικείμενα διδασκαλίας το καθένα. Της Πρώτης τάξης, της Δευτέρας, της Τρίτης- Τετάρτης και της Πέμπτης -Έκτης. Είχα και το αίτημα του εφημέριου της Παναγιάς της Ψερήμου να ιδρύσω τμήμα Προσχολικής Αγωγής, για να φοιτήσει και το μονάκριβο αγόρι του. Δέχτηκα, γιατί διαπίστωσα πως ήξερε περισσότερα από πολλούς μαθητές μου, στους οποίους μάταια προσπαθούσα να τους μάθω να λένε τους στούλλους στύλους, το σκουλούκι σκουλήκι, τον σούλουνα σωλήνα και το βοσσό βοσκή. Ευτυχώς τα περισσότερα παιδιά είχαν ικανοποιητικό μαθησιακό επίπεδο, ευφυία, ζήλο και έφεση για πρόοδο, στοιχεία που θα με βοηθούσαν στο έργο μου.
Το σχολείο, όπως όλα την εποχή εκείνη, λειτουργούσε έξι μέρες τη βδομάδα, πρωί – απόγευμα, ενώ υπήρχαν συστάσεις και για τον εκκλησιασμό τις Κυριακές. Η σύνδεση του νησιού με την Κάλυμνο υπήρξε καθημερινή, εκτός Κυριακής, με το σκάφος “ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ” του Νικόλα Τρικοίλη. Είχε απολέσει, λόγω σωματικής διάπλασης, το επίθετό του και όλοι τον αποκαλούσαν καπεταν- Χοντρόκωλο. Τα επίθετά τους άλλωστε τα είχαν χάσει σχεδόν όλοι, αφού οι μισοί κάτοικοι ήσαν Τρικοιληδες και οι άλλοι μισοί Καμπουρακηδες, Ξυλουραδες και Κουκουβαδες.
Άδειες απουσίας δεν επιτρεπόταν να πάρω ούτε από την Υπηρεσία, ούτε από τη… Σημαία. Τα παιδιά και οι γονείς είχαν απόλυτη ανάγκη από την παρουσία του δασκάλου τους. Έτσι δεν μπορούσα, δυστυχώς, να επισκέπτομαι το σπίτι και την πατρική μου οικογένεια περισσότερες από 5 – 6 φορές τον χρόνο: Χριστούγεννα, Πάσχα και στις διήμερες αργίες… Φρόντισα, όμως, να συνδεθεί τηλεφωνικά το νησί με την Κάλυμνο, υποβάλλοντας στις αρχές του 1965 απευθείας στον τότε πρωθυπουργό ένα υπόμνημα, στο οποίο ανέφερα, μεταξύ άλλων, και τους εθνικούς λόγους που καθιστούσαν αναγκαία τη σύνδεση σε μια περίοδο που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, εξαιτίας του Κυπριακού, είχαν φθάσει και τότε στα πρόθυρα πολέμου. Τρεις μήνες αργότερα το αίτημα είχε ικανοποιηθεί. Ποντίστηκε ένα υποβρύχιο καλώδιο που ένωσε τηλεφωνικά τα δύο νησιά.
Στην Ψέρημο έπρεπε να μάθω να μαγειρεύω, να πλένω και να συγυρίζω το σπίτι που ήταν μια από τις τέσσερις αίθουσες του διδακτηρίου. Δεν είχα ιδέα και για τις τρεις αυτές ασχολίες. Την πρώτη φορά που επιχείρησα να μαγειρέψω φασόλια, έβαλα στην κατσαρόλα όλα τα υλικά μαζί, όσπρια, νερό, κρεμμύδι, αλάτι και πρόσθεσα μια κουταλιά πελτέ. Ανακάτεψα και δεν είδα τη φασολάδα μου να παίρνει το γνώριμο χρώμα. Πρόσθεσα και δεύτερη και τρίτη και στο τέλος ολόκληρο το κουτί χωρίς ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Στο βράσιμο του νερού είδα τα φασόλια μου να αποκτούν σιγά – σιγά ένα βαθύ σκοτεινό κεραμιδί χρώμα! Και το χειρότερο, αντί να μαλακώνουν, να γίνονται όλο και πιο σκληρά σαν στραγάλια. Μετά από ώρα και πριν προλάβω να τα πετάξω, καταπλέει η πιο κοντινή γειτόνισσα στο σχολείο, η Ελένη η Κέζενα. Μια κοντούλα, γαλανομάτα, ξύπνια, λεπτή και σβέλτη ηλικιωμένη γυναίκα. Μύρισε από το σπίτι της την τσικνισμένη φασολάδα μου. Κρατούσε στο χέρι μια λαχταριστή μακαρονάδα με ένα παχύ στρώμα μυζήθρας. Μου ζήτησε, χαμογελώντας, το φαγητό για το… γουρούνι της. Υποχρεώθηκα να ζητήσω βοήθεια από το σπίτι. Κατέπλευσε η μεγαλύτερη αδελφή μου, η Μαρία. Μετά από ένα μικρό διάστημα είχε ένα δυσάρεστο μαγειρικό ατύχημα, παρά την εμπειρία της . Έπεσε στο πόδι της ζεματιστό νερό μακαρονάδας και, μετά από τις πρώτες βοήθειες με επίθεση λαδιού και κρεμμυδιού, επέστρεψε οίκαδε για αποθεραπεία. Πρόθυμα ανέλαβε, τότε, η κυρα-Λενη να γίνει δασκάλα μου στη μαγειρική κι εγώ στις εγγονές της. Ήθελε να τις φέρει από την Κάλυμνο κοντά της, μαζί με την κόρη της, για να τελειώσουν το Δημοτικό, μέχρι να επιστρέψει ο πατέρας τους από την Αμερική. Τη μετεγγραφή τους μου τη ζήτησε, δήθεν ως χάρη, ενώ γνώριζε ότι είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει. Για να μη νιώθω υποχρεωμένος για τις μαγειρικές της διδασκαλίες. Τις περισσότερες φορές, βλέποντας πως, αν και δάσκαλος, ήμουνα ανεπίδεκτος μαθήσεως στη γαστρονομική επιστήμη, προτιμούσε να μου μαγειρεύει η ίδια, παρά να με διδάσκει!…
Η υποχρέωση αυτή κράτησε το πρώτο διδακτικό έτος, γιατί στο δεύτερο καθιερώθηκαν τα Μαθητικά Συσσίτια από τη νέα κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, στα οποία εντάχθηκα και ο ίδιος. Τα παροπλισμένα τετραθέσια θρανία που διέθετε το σχολείο πριν από λίγες δεκαετίες, όταν πλησίαζε τους 80 μαθητές(!), μετατράπηκαν σε τραπεζαρίες και η μία κενή αίθουσα του διδακτηρίου, σε κουζίνα και εστιατόριο. Οι μητέρες μαγείρευαν εκ περιτροπής και η καθεμία προσπαθούσε να αποδείξει πως ήταν καλύτερη από τις άλλες… Οι μεγαλύτερες μαθήτριες εκτελούσαν χρέη σερβιτόρου. Η δική μου συμμετοχή δεν περιοριζόταν μόνο στο γεύμα, για το οποίο είχα κάθε νόμιμο δικαίωμα. Είχα την ευθύνη και την επιμέλεια στον προγραμματισμό, την οργάνωση, την προμήθεια, την προστασία και τη συντήρηση των τροφίμων. Στον κυριακάτικο εκκλησιασμό παρακλήθηκα από τον παπά-Γερμανό να ψάλλω ως βοηθός της Αφροδίτης Μαμουζέλου, η οποία ,εκτός από μαμή, ήταν γραμματικός, ψάλτης, γιατρός και νοσηλεύτρια της Ψερίμου! Δέχτηκα, από την έναρξη της Θ. Λειτουργίας και μετά, μαζί με μαθητές, στους οποίους χρέωνα πάντοτε τις παραφωνίες μου, καθώς και στον… τόνο που μας έδινε ο παπάς! Είχα μάθει σπίτι, με τη βοήθεια ενός μαντολίνου που υποχρεώθηκα να έχω ως σπουδαστής, να… παίζω το “Χερουβικό” και το “Σε υμνούμεν” του Σακελλαρίδη και τα υπόλοιπα πάντα στον ίδιο ήχο μέχρι την Απόλυση, την οποία δεχόμουν σαν λύτρωση. Μια δεύτερη εμβληματική παρουσία της Ψερήμου, μετά την Αφροδίτη Μαμουζέλου, υπήρξε η Καλλιόπη Καμπουράκη, η “Μακριά”. Περνούσε σε ύψος ένα κεφάλι σχεδόν όλους, άνδρες και γυναίκες, στο νησί! Έμεινε χήρα σε ηλικία 38 χρονών και στάθηκε άξια μάνα και πατέρας στα 11 παιδιά της στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και του πολέμου!
Οι εκδρομές
Στις εκδρομές που μ’ έπειθαν τα παιδιά να κάνω συχνότερα με την υπόσχεση ότι θα μου μάζευαν όσα κοχύλια και πεταλίδες επιθυμούσα(!), με συνόδευαν πάντα, εκτός από τον παπά για να προσέχει και να προστατεύει το παιδί του, και δυο νεαροί φίλοι, από τους καλύτερους ψαροντουφεκάδες, ο Νικόλας Τ. και ο Σταύρος Μ. Μου εξασφάλιζαν πάντα τα ωραιότερα γεύματα με σαργούς στη σκάρα και χταπόδι στιφάδο. Με τη φροντίδα του Βασίλη Μαμουζέλου, προέδρου της Σχολικής Εφορείας, είχα φυτέψει σ’ ένα τμήμα τού μεγάλου σχολικού κτήματος, πεύκα και πρόσθετα ελαιόδεντρα, στα ήδη υπάρχοντα, τα οποία πότιζα από το πηγαδίσιο νερό του σχολείου. Κάθε απόγευμα περίμεναν στα σκαλοπάτια του διδακτηρίου όλοι οι “νέοι” κάτω των… 50 χρονών για ποδόσφαιρο! Με είχαν παρακαλέσει να παίζουν στο μόνο “γήπεδο” που διέθετε το νησί, μία αποψιλωμένη έκταση 2 στρεμμάτων. Τους έθεσα, με την ευκαιρία, δύο όρους: Πρώτον, να καθαρίσουν τον χώρο από πετραδάκια μεγαλύτερα από ρεβίθια, για να κάνω το μάθημα της Γυμναστικής των παιδιών πιο ασφαλές! Τον έκαναν “γουλί” ένα Σαββατοκύριακο, μαζί με τα παιδιά τους! Και δεύτερον, να συμμετέχω και ο ίδιος. Έγιναν δεκτές και οι δύο προϋποθέσεις. Συχνά δεχόμουν τις “διαμαρτυρίες” τους. Καθισμένοι στα σκαλοπάτια του σχολείου, μ’ έβλεπαν να καθυστερώ να δώσω τέλος στο μάθημα των παιδιών ή των αδελφών τους, προκειμένου ν’ αρχίσει… το δικό τους. Επικεφαλής στην αντίπαλη ομάδα από τη δική μου ήταν οι δύο Κρητικοί Μανωλάδες που υπηρετούσαν στο νησί, ως χωροφύλακας ο ένας και ως τελωνοφύλακας ο άλλος. Είχαν τόση ιδέα από μπάλα, όση είχα εγώ από… μαγειρική.
Η ζωή στο νησί
Η καθημερινή ζωή στο νησί κυλούσε ήρεμα και μονότονα. Οι ηλικιωμένοι, άνδρες και γυναίκες, ξυπνούσαν από τα χαράματα και πήγαιναν στα “ζα”τους. Οι νεότεροι στο ερασιτεχνικό ψάρεμα ή στην “ξερή” και την “μπιλότα”, μέχρι το Πάσχα που αναχωρούσαν για το καλοκαιρινό σφουγγαραδικο ταξίδι τους…
Στα δύο καφενεία σύχναζαν μόνο οι άντρες, για να παίζουν χαρτιά, να σχολιάζουν την καθημερινότητα, να λένε τις δυσκολίες και τα προβλήματα της δουλειάς τους. Να εξιστορούν τα παθήματα, και τα κατορθώματά τους. Να ανταλλάσσουν πειράγματα και ειρωνείες. Μέχρι τις 9 το βράδυ που πήγαιναν για ύπνο! Από την ώρα εκείνη και ως τα μεσάνυχτα μόνο το αναμμένο λουξ από το σχολείο μαρτυρούσε ότι το νησί ήταν κατοικημένο.
Οι γάμοι στο νησί
Στους γάμους και τα πανηγύρια τους… υπέφερα, γιατί τα γλέντια τους κρατούσαν πάνω από τρεις μέρες και απαιτούσαν την παρουσία και συμμετοχή του δασκάλου τους! Ο καθένας πρόσφερε και από ένα ζώο και όφειλαν όλοι να δεχτούν και να τιμήσουν το τραπέζι του! Οι Ψερημιώτες, σε αντίθεση με τους Τελενδιανούς, που κάθε οικογένεια είχε και δικό της φούρνο, ήσαν δεμένοι και αγαπημένοι μεταξύ τους.
Στη μοναδική σε ομορφιά παραλία και θάλασσά τους οι ηλικιωμένοι, πρώην σφουγγαράδες, ναυτικοί και ψαράδες, ποτέ δεν κολυμπούσαν. Την είχαν “μπουχτίσει”, όπως έλεγαν, ίσως και μισήσει, για τους συντρόφους που τους πήρε στη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου. Από τα πολλά παθήματα, κατορθώματα και αστεία τους θα περιοριστώ στα πιο διασκεδαστικά: Κατηγορούσαν το “Πφιννάι”, πως, όταν κάποτε βρέθηκε στον Πειραιά, για να μη χάσει το καλύμνικο καφενείο, έβαλε σημάι ένα κόκκινο αυτοκίνητο που ήταν παρκαρισμένο απέναντι. Επιστρέφοντας από μια βόλτα στα μαγαζιά χάθηκε. Μάταια έψαχνε να βρει το κόκκινο αυτοκίνητο που στο μεταξύ έφυγε. Τον βρήκαν αστυνομικοί πίσω από τον Ηλεκτρικό Σταθμό του Πειραιά. Το Μανιάι κοροϊδευε τον Μαύρο ότι στην Αθήνα που πήγε για πρώτη φορά, περπατούσε στη μέση του δρόμου, γιατί φοβόταν μην πέσει κανένα από τα πανύψηλα κτίρια και τον πλακώσει. Η Μανώλα, το Ξελούππι, ο καπετάν Μακρής, ο Δρούλλος και όλη η Ομάδα των ΤΕΑ κορόιδευαν τον Νικολό τον Μαχίνη, πώς ήταν εκείνος που σκότωσε τον δικό του γάδαρο, όταν φύλαγαν σκοπιά, από φόβο μην έρθουν στο νησί τους οι Τούρκοι, για να εκδικηθούν τον θάνατο συντρόφου τους! Του έδωσε όλο το νησί θερμά συγχαρητήρια, γιατί τήρησε αυστηρά τις οδηγίες που πήρε: Μετά από το “αλτ! τις ει!” και τα “συνθήματα” που ζήτησε από κάποια σκιά, η οποία στο σκοτάδι τού φάνηκε ανθρώπινη και από την οποία απάντηση δεν έλαβε, την πυροβόλησε. Το πρωί βρήκαν σκοτωμένο τον γάδαρό του! Δεν είχαν δώσει στο δύστυχο ζώο το σύνθημα και το παρασύνθημα, για να γλιτώσει τη ζωή του. Ο Κουκουβάς έδινε οδηγίες στον Δρούλλο πώς θα βρει εύκολα στον Πειραιά το καλύμνικο καφενείο που ήταν το στέκι σε κάθε νησιώτη. Άνοιγε τον αντίχειρα και τον δείκτη του αριστερού χεριού σαν σαιτθόξυλο, σχημάτιζε την παραλία και το λιμάνι και με τον δείκτη του άλλου χεριού έδειχνε το “ακριβές” σημείο του καφενείου μέσα στον “κόλπο” του χεριού του!
Οι Πουλλάες έλεγαν πως η Ψαρού, όσα φάρμακα των παιδιών της περίσσευαν, μόλις γινόντουσαν καλά, τα έπαιρνε η ίδια για να μην πάνε χαμένα, αφού τα είχε χρυσοπληρώσει. Ο Γιώργης το Πουλάρι κορόιδευε τον Σβύνο ότι είχε να κάνει με τον μικροβιολόγο, γιατί σε μια εξέταση αίματος τού είπε ότι δεν έχει κάτι το παθολογικό. “Και γιατί (δ)εν έχω; Γιατί δεν μου βρήκε τίποτις; Τότε γιατί τον πλήρωσα;” έλεγε αγανακτισμένος!
Ο Χοντρόκωλος διηγήθηκε με καμάρι την εξυπνάδα και το κατόρθωμα ενός συμπατριώτη τους: Πάντρεψε την κόρη του στην Αμερική, προικίζοντας τον γαμπρό από την Ήπειρο με ένα ολόκληρο νησί κατάφυτο από ελιές κι αμπέλια στον Μέρμηγκα της Ψερήμου! Ύστερα από 5 χρόνια ο γαμπρός ήρθε στην ιδιαίτερη πατρίδα της γυναίκας του, για να τη γνωρίσει. Ζήτησε να του δείξουν την κτηματική περιουσία του στον Μέρμηγκα. Τον οδήγησαν στην πλαγιά της Ψερήμου που βλέπει προς την Πλάτη και του ‘δειξαν τη… μύτη ενός βράχου που μόλις ξενέριζε από την επιφάνεια της θάλασσας! Περισσότερο όμως από την απογοήτευση της ανύπαρκτης προίκας της γυναίκας του τον στενοχώρεσε λίγο αργότερα η πρώιμη περιέργεια του αγοριού του. Στο μπάνιο είδε ο μικρός Γιαννάκης για πρώτη φορά αρσενικά και θηλυκά της ηλικίας του να κολυμπούν ολόγυμνα! Γύρισε τρέχοντας και λέει στη μητέρα του: “Καλέ μάνα, το Σεβαστούλι ηπρόσεξα, όταν κλουμπούσαμε, ότι έχει μπρος- πίσω λ ά ι ν”, τθου λάινες (2 γραμμές), φέρνοντας σε δύσκολη θέση τους γονείς του. Πώς να του εξηγήσουν την πιο σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα; Περιορίστηκαν στη φράση:” Έτσι ναι, το παιί μου, ούλες οι κόρες”… Στους μπερδεμένους από τις λάινες Ψερημιώτες, ο παριστάμενος δάσκαλος υποχρεώθηκε να τους εξηγήσει πως άλλες είναι οι λάινες των Αμερικάνων και άλλες οι λαΐνες των Καλύμνιων.
Τη σχολική γιορτή που γινόταν στη λήξη των μαθημάτων με παιχνίδια, αθλοπαιδιές και σκετσάκια παρακολουθούσε όλο το νησί από τα βρέφη μέχρι τα βαθιά γηρατειά. Ο ενθουσιασμός τους από τα δρώμενα των παιδιών μπορούσε να συγκριθεί με εκείνον που προκαλούσαν στους θεατές αριστοφανικές κωμωδίες στο Ηρώδειο ή στο θέατρο της Επιδαύρου. Καμάρωσαν τα παιδιά τους, χάρηκαν για την προαγωγή τους σε ανώτερη τάξη και τους ευχήθηκαν καλές διακοπές.Την ίδια ευχή έδωσαν και στον δάσκαλο. Με μια θερμή χειραψία κι ένα πλατύ χαμόγελο εκδήλωσαν την ικανοποίησή τους στην πληροφορία πως θα είναι κοντά τους και την επόμενη χρονιά. Του έδωσαν να καταλάβει πως είχε περάσει με επιτυχία το πρώτο εκπαιδευτικό βάπτισμα πυρός στο νησί τους…
Κάλυμνος, 1η Σεπτ. 2021 Νικήτας Σκ. Καραφυλλάκης. Σπούδασε στο Μαρασλειος Παιδαγωγικη Ακαδημια. Σπούδασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Πήγαινε στο 1ο Νικηφόρειο Λύκειο Καλύμνου https://www.facebook.com/nikitas.karafyllakis.9
Καθόλου σχόλια
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.