Το παλιότερο ανθοπωλείο της Θεσσαλονίκης, διηγείται την ιστορία της πόλης
«Όλα έχουν μια διάρκεια. Μια αρχή και ένα τέλος. Έτσι και το λουλούδι στο βάζο. Έτσι και η γλάστρα. Τίποτε δεν είναι για πάντα. Απλώς η γλάστρα, κρατά περισσότερο χρόνο από το λουλούδι στο βάζο», λέει ο Πανταζής Δασκαλιάδης, τραβώντας κάποια λουλούδια από τα μεγάλα βάζα που βρίσκονται μπροστά του, προετοιμάζοντας την επόμενη ανθοδέσμη του.
Πλησιάζει τα 50 και δίχως να το καταλάβει, φιλοσοφεί για την ίδια την ζωή. Η ερώτηση μου είχε να κάνει, με το ότι το λουλούδι στο βάζο μαραίνεται πιο γρήγορα. Εκείνος, εκπρόσωπος της τρίτης γενιάς ανθοπωλών, της οικογένειας Πανταζή, συνεχίζει να τακτοποιεί τα λουλούδια πάνω στον πάγκο. Στην δουλειά αυτή, έχει ζήσει την διάρκεια. Την αρχή και το τέλος. «Έχουμε μόνιμους πελάτες, τους οποίους έχουμε ζήσει από το φλερτ, τον αρραβώνα, τον γάμο την γέννηση του παιδιού τους, τη βάφτιση αλλά και τον θάνατο. Υπάρχουν άνθρωποι που με φωνάζουν Πανταζάκο και όταν αναφέρονται στον πατέρα και το θείο μου, ρωτάνε τι κάνουν τα παιδιά. Ήταν πελάτες του παππού μου και συνεχίζουν να έρχονται στο μαγαζί. Αναλαμβάνω τα πάντα όσον αφορά στολισμούς, όμως δεν θέλω να αναλαμβάνω κηδείες. Φτιάχνουμε βέβαια στεφάνια» συνεχίζει. Ίσως, γιατί θέλει να θυμάται από τους ανθρώπους που γνώρισε και εξυπηρέτησε, μόνον τις καλές στιγμές. Το λουλούδι άλλωστε, είναι συνδεδεμένο κατεξοχήν με τις καλές στιγμές της ζωής.

Φωτογραφικό στιγμιότυπο του 1950, με την οικογένεια Δασκαλιάδη, τούς Πανταζή, Τάκη και Γιώργο, μαζί με τον φίλο τους, κ. Τουλούδη.
Τα ανθοπωλεία Πανταζή, είναι τα παλιότερα πλέον στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Ένα στο κέντρο, στην οδό Τσιμισκή, ένα στο Πανόραμα και ένα στην Καλαμαριά.
«Ο παππούς μου, άνοιξε το ανθοπωλείο του, τον Σεπτέμβριου του 1939 στην Τσιμισκή 92. Ήταν το δεύτερο ανθοπωλείο που άνοιγε στην πόλη. Το πρώτο, ήταν στην οδό Ολύμπου, όμως δεν υπάρχει πλέον. Μείναμε μόνον εμείς. Πιο πριν, δεν υπήρχαν ανθοπωλεία, επειδή όλα τα σπίτια είχαν κήπους και όλοι είχαν τα δικά τους λουλούδια. Δεν υπήρχε ανάγκη για ανθοπωλεία. Μετά, έγιναν οι οικοδομές και την ανάγκη για λουλούδια, αρχίσαμε να την καλύπτουμε εμείς. Ο παππούς μου ήρθε από την Μικρά Ασία. Από το Αϊβαλί στην περιοχή της Σμύρνης. Ο προπάππους μου, ήταν δάσκαλος. Εξ ού και το όνομα, Δασκαλιάδης. Θυμάμαι τον παππού μου, πολλές φορές με φίλους του στο ανθοπωλείο στην Τσιμισκή 92, να συζητάνε και να κλαίνε.
»Τότε δεν καταλάβαινα γιατί κλαίγανε. Μιλούσαν για της χαμένες πατρίδες. Γι αυτά που αφήσανε πίσω. Ήταν άλλη η ζωή εκεί. Ήταν άλλο το επίπεδο. Όταν άνοιξε το μαγαζί ο παππούς μου, στην αρχή πέρασαν δύσκολα, γιατί ήρθε ο πόλεμος και η κατοχή. Την δεκαετία του ΄50 άρχισε να μπαίνει το νερό στο αυλάκι. Του άρεσαν πολύ τα λουλούδια και έλεγε ότι είναι «το ωραιότερο επάγγελμα, στα χειρότερα χέρια» επειδή διαπίστωνε ότι με τα χρόνια είχαν ανοίξει ανθοπωλεία, από ανθρώπους που δεν αγαπούσαν το λουλούδι. Εγώ πήγαινα από μικρός στο μαγαζί του παππού. Ο πατέρας μου δούλευε εκεί και τις γιορτές που είχε πολύ δουλειά, περνούσαμε για να τον δούμε. Τότε μέναμε στην πλατεία Ναυαρίνου.

Οικογενειακές φωτογραφίες – κειμήλιο για τον Πανταζή Δασκαλιάδη, μαζί και με τον αγαπημένο του παππού…
»Το μαγαζί στην Τσιμισκή 92 διατηρήθηκε μέχρι το 1997. Πενήντα οκτώ χρόνια, στο ίδιο σημείο. Μετά, ο πατέρας και ο θείος μου, αποφάσισαν να συνεχίσουν ξεχωριστά. Είχαμε μπει και άλλα τέσσερα άτομα στην επιχείρηση. Εγώ, η αδελφή μου και τα δύο ξαδέλφια μου και έτσι, οι γονείς μας, σκεπτόμενοι σοφά, αποφάσισαν να χωρίσουμε. Γι’ αυτό διατηρούμε ακόμη πολύ καλές σχέσεις. Εμείς έχουμε τα δύο καταστήματα στο Πανόραμα και το κέντρο, και ο θείος μου στην Καλαμαριά. Διατηρούμε την ίδια επωνυμία και το ίδιο λογότυπο. Ο παππούς μου είχε φτιάξει και ένα φυτώριο 15 στρέμματα απέναντι από το Τιτάν. Καλλιεργούσαμε λουλούδια της εποχής. Γαρύφαλλα, Ντάλιες κλπ. Δεν υπήρχε μεγάλη ποικιλία τότε. Τώρα, μπορούμε να φέρουμε το οποιοδήποτε λουλούδι από οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη».
Ο Πανταζής, επιχείρησε να φτιάξει την πρώτη του ανθοδέσμη όταν ήταν πολύ μικρός. «Τότε ήταν της μόδας, οι γλαδιόλες. Μεγάλο λουλούδι εκείνο, μικρός εγώ, χρειάστηκε να κάνω τρείς φορές την ανθοδέσμη για να την πετύχω» θυμάται και συνεχίζει: «Όλα είναι θέμα εμπειρίας. Πρέπει βέβαια και να το αγαπάς. Εγώ το αγαπούσα το λουλούδι και το αγαπάω. Σπούδασα ανθοδετική στην Ολλανδία και συνεχίζω την ιστορία της οικογένειας. Με γεμίζει η δουλειά αυτή. Θέλω να βλέπω τον πελάτη να φεύγει ικανοποιημένος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε, είναι οτι επειδή έχουμε μεγάλη ιστορία και σταθερούς πελάτες, δεν μας συγχωρούνε το λάθος. Περιμένουν από εμάς, να είναι όλα τέλεια».
Ο Πανταζής, αποτελεί την τρίτη γενιά ανθοπωλών της οικογένειας, όμως ακόμη δεν γνωρίζει αν θα υπάρχει τέταρτη. «Έχω πει στην κόρη μου που είναι την τρίτη λυκείου, ότι πρέπει να κάνει αυτό που αγαπάει. Αν δεν αγαπήσει το λουλούδι, δεν με πειράζει να ασχοληθεί με κάτι άλλο» λέει και συνεχίζει: «Αυτό που διαπιστώνω, τόσα χρόνια μέσα στο ανθοπωλείο, ότι οι παλιότεροι γνώριζαν περισσότερα και εκτιμούσαν το λουλούδι. Ήξεραν τι αγοράζουν και γιατί. Τώρα, οι νέοι πέφτουν στην παγίδα του τριαντάφυλλου, ενώ υπάρχουν τόσα άλλα υπέροχα λουλούδια. Το να προσφέρεις ένα λουλούδι, είναι μια πολύ ευγενική χειρονομία και δεν είναι κάτι ακριβό. Δυστυχώς η κρίση έχει επηρεάσει τον κόσμο και όσον αφορά την αγορά των λουλουδιών. Είναι φυσιολογικό άλλωστε. Το λουλούδι δεν είναι είδος πρώτης ανάγκης. Πρώτα θα κοιτάξουν να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες τους και μετά θα σκεφτούν να αγοράσουν κάποιο λουλούδι».
Από τα ανθοπωλεία Πανταζή, έχουν περάσει σχεδόν όλες οι προσωπικότητες της πολιτικής, της τέχνης και της επιστήμης της Ελλάδας. «Τότε γίνονταν μεγάλες δεξιώσεις, κοσμικά γεγονότα, το φεστιβάλ κινηματογράφου, το φεστιβάλ τραγουδιού και όλοι περνούσαν από το μαγαζί. Έχουν περάσει όλοι οι πολιτικοί. Όλοι οι ηθοποιοί. Ήταν βέβαια άλλα τα χρόνια τότε. Ο κόσμος εκτιμούσε περισσότερο το λουλούδι» καταλήγει ο Πανταζής, συνεχίζοντας την παράδοση 78 χρόνων που ξεκίνησε ο παππούς και ο πατέρας του και ποιος ξέρει, που μπορεί να συνεχίσει και η κόρη του στο μέλλον.