«Ουκρανοί, Ρώσοι και Λευκορώσοι, είμαστε το ίδιο πράγμα»
Ο Αρτούρ με την σύζυγο του, έκαναν δυόμισι μέρες να φτάσουν από το Κίεβο στην Ελλάδα. Ήταν από τους τυχερούς, επειδή έφυγαν νωρίς. «Με το που έγινε ο πρώτος βομβαρδισμός στο Κίεβο, μαζέψαμε τα πράγματα μας σε μια ώρα και φύγαμε αμέσως από την χώρα» λέει, φανερά ανακουφισμένος, αφού με βάση αυτά που ακούει από τους φίλους και τους συγγενείς του που έχουν μείνει πίσω, συμπληρώνει: «πιστεύω ότι τα χειρότερα έρχονται».
Ο Αρτούρ, έχει ελληνική υπηκοότητα και έτσι κατάφερε να φύγει από την Ουκρανία. «Υπάρχει στρατιωτικός νόμος. Όλοι οι άντρες, μένουν πίσω» λέει και συνεχίζει: «Κάναμε δυόμισι μέρες να φτάσουμε στην Ελλάδα. Χρειάστηκαν 19 ώρες για να φτάσουμε από το Κίεβο στην Δυτική Ουκρανία, στα σύνορα με την Μολδαβία. Στα σύνορα περιμέναμε 8 ώρες. Μετά πήγαμε στην Ρουμανία, την Βουλγαρία και φτάσαμε στην Ελλάδα. Έχουμε συγγενείς εδώ. Έχουμε συγγενείς και φίλους που μένουν στο Κίεβο και στις γύρω περιοχές, όπου είναι χειρότερα από το Κίεβο. Από ότι ακούμε, η κατάσταση είναι κρίσιμη, γιατί οι Ρώσοι περικυκλώνουν το Κίεβο. Η αντίσταση είναι έτοιμη να αναλάβει δράση. Η κατάσταση είναι άσχημη. Κανείς δεν πίστευε ότι θα φτάσουμε σε αυτό το σημείο»
Ο Αρτούρ έφτασε στην Ελλάδα στις 2 Μαρτίου. «Ήταν γύρω στις 5 το πρωί όταν άρχισαν να βομβαρδίζουν το Κίεβο. Κανείς δεν πίστευε ότι γίνει αυτό. Κανείς δεν πίστευε ότι θα γίνει πόλεμος. Όλοι το συζητούσαν, αλλά από τους φίλους μας, κανείς δεν πίστευε ότι θα γινόταν πόλεμος ανάμεσα στην Ρωσία και την Ουκρανία. Κι όμως έγινε. Στις 5 η ώρα έγινε ο βομβαρδισμός και σε μια ώρα, είχαμε πακετάρει και είχαμε φύγει από το σπίτι. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί Ουκρανοί άνδρες, δεν μπορούν να φύγουν από την χώρα, λόγω του στρατιωτικού νόμου. Εγώ, επειδή έχω Ελληνική εθνικότητα, μπόρεσα να φύγω.
Πολλοί έμειναν πίσω, γιατί δεν πιστεύανε ότι θα γίνει πραγματικός πόλεμος. Όλοι πιστεύανε ότι μπορεί να χτυπούσανε κάποιους στρατιωτικούς στόχους και στρατόπεδα και μόνον αυτό. Ότι δεν θα χτυπούσαν αλλού» λέει ο Αρτούρ και συνεχίζει: «Πιστεύω ότι μπορώ να μιλήσω για τους περισσότερους ουκρανούς. Δεν υπάρχει μίσος για τους Ρώσους. Σίγουρα υπάρχει λύπη στις καρδιές των Ουκρανών. Αν δεις την ιστορία, οι Ουκρανοί και οι Ρώσοι είναι οι ίδιοι άνθρωποι. Και Ιστορικά και γενετικά, είναι το ίδιο πράγμα. Μοιράζονται την ίδια ένδοξη ιστορία. Είναι συνδεδεμένοι. Σχεδόν κάθε οικογένεια στην Ουκρανία και στην Ρωσία, έχουν συγγενείς στην άλλη πλευρά. Και όλοι βλέπουν τον μέσο Ρώσο από την μια πλευρά και μετά τους πολιτικούς της Ρωσίας. Γι’ αυτό και όταν οι Ρώσοι στρατιώτες παραδίνονται, όταν τους πιάνουν αιχμαλώτους, δεν ξεσπούν τον θυμό επάνω τους. Το οποίο θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο σε μια τέτοια κατάσταση, γιατί άνθρωποι πεθαίνουν αυτή την στιγμή. Δεν έχω μίσος για τους Ρώσους, όμως είναι δύσκολο να συγκρατήσω τα συναισθήματα μου.
Εμείς είμαστε τυχεροί. Βρισκόμαστε στην Ελλάδα, όμως αυτές τις δύο ημέρες βλέποντας τις ειδήσεις και μιλώντας με τους συγγενείς, συνειδητοποιούμε πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα. Αυτό που συζητούσαμε με την σύζυγο μου αυτές τις ημέρες που ταξιδεύουμε, είναι το πως θα κλείσουν οι πληγές από αυτόν τον πόλεμο. Πιστεύω ότι μόλις τελειώσει, οι πληγές θα κλείσουν, γιατί είναι δύσκολο να σβήσεις ιστορία χιλίων ετών. Πιστεύω ότι μέσα στο μυαλό μας, στην ψυχή μας, υπάρχει η σύνδεση ανάμεσα στους Ρώσους τους Ουκρανούς και τους Λευκορώσους. Φυσικά θα υπάρξει μίσος. Για ένα διάστημα σίγουρα. Θα χρειαστεί χρόνος για να κλείσουν οι πληγές, όμως μόλις τελειώσει αυτό, πιστεύω ότι θα το αφήσουμε πίσω και οι Ουκρανοί με τους Ρώσους, λόγω της ιστορίας μας, θα επανασυνδεθούμε.
Υπάρχει και ο περίφημος λόγος του Πούτιν στην αρχή της κρίσης, όπου έλεγε ότι η Ουκρανία θα έπρεπε να πάρει το όνομα της από τον Λένιν, ο οποίος της έδωσε τόσο μεγάλες εκτάσεις γης. Παρόλα αυτά, αν ρωτήσεις έναν μέσο Ρώσο, αμφιβάλω ότι θα σου πει ότι το Ντονιέσκ, ή το Χάρκοβο ή η Μαριούπολη, είναι Ρωσικές πόλεις».
Ο Αρτούρ, εντυπωσιάστηκε από την ατμόσφαιρα που αντιμετώπισε στο ταξίδι του από την Ουκρανία μέχρι την Ελλάδα. «Όταν περάσαμε τα σύνορα με την Ρουμανία, μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση, πόσο καλοδεχούμενοι ήμασταν από τους ανθρώπους που συναντούσαμε. Πήγαμε να φάμε σε μια πιτσαρία και δεν ήθελαν να πληρώσουμε. Όλοι μας προσέφεραν κάπου να μείνουμε και να μας φιλοξενήσουν. Μας προσέφεραν φαγητό. Όταν πήγαμε σε ένα βενζινάδικο, μας ρωτούσαν τι θέλουμε να μας αγοράσουν. Είναι πραγματικό αξιοσημείωτο πως οι Ευρωπαίοι και η Ευρωπαϊκή Ένωση, μοιράζονται των πόνο που νιώθουν οι Ουκρανοί» λέει, ενώ σχολιάζοντας αυτά που υποστηρίζει η Ρωσία, για διακρίσεις ανάμεσα στους Ρωσόφωνους και τους Ουκρανούς, είπε:
«Μιλάω εκ μέρους όλων των ξένων φίλων που έχω. Έχω Αρμένιους φίλους, Γεωργιανούς φίλους, φοιτητές από όλες τις χώρες και μπορώ να πω ότι οι Ουκρανοί είναι τόσο φιλόξενοι, που η μόνη διάκριση που μπορεί να νιώσεις, είναι ότι είσαι σημαντικός. Στους Ουκρανούς, αρέσει όταν έρχεσαι από άλλη χώρα. Με άλλες παραδόσεις, άλλες συνήθειες, θέλουν να σε γνωρίσουν και να γίνουν φίλοι σου. Αυτή είναι η μόνη διάκριση που έχω νιώσει στην Ουκρανία και είναι μια θετική διάκριση. Γι’ αυτό και θέλω να επιστρέψω στην Ουκρανία. Εδώ στην Ελλάδα ζει η γιαγιά μου, οι θείες μου, όμως η Ουκρανία είναι η πατρίδα μου και σίγουρα θα επιστρέψω πίσω όταν όλο αυτό τελειώσει».