Αναζητώντας τα όρια του Ανθρώπου, στις άκρες της γης.
Ο καιρός ήταν σχετικά ήρεμος εκείνη την ημέρα στο τελευταίο σύνορο του πλανήτη γη. Στην Ανταρκτική. Οι πιγκουίνοι και οι θαλάσσιες φώκιες-ελέφαντες λιάζονταν ήρεμοι. Ένα μικρό φουσκωτό, πλησίασε τον παγετώνα. Οι «κάτοικοι» της Ανταρκτικής δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον σχεδόν «γυμνό» άντρα που επιχειρούσε να ανέβει και να σταθεροποιηθεί στο κομμάτι πάγου που επέπλεε στην παγωμένη θάλασσα. Άλλωστε κι εκείνοι, «γυμνοί» βουτούσαν μέσα στην θάλασσα προκειμένου να κυνηγήσουν τη λεία τους. Ήταν η τρίτη φορά που θα το επιχειρούσε. Τις δύο προηγούμενες, η προσπάθεια του ματαιώθηκε λόγω καιρικών συνθηκών και έλλειψης χρόνου. Ένα φουσκωτό σκάφος τον πήγε από το πλοίο στο επιπλέοντα μικρό παγόβουνο. Πάτησε το ένα πόδι του γυμνό και διαπίστωσε ότι υπήρχε ένα στρώμα 20 εκατοστών με χιόνι πούδρα και από κάτω πάγος γυαλί. «Έβαλα μια πετσέτα προκειμένου να πατήσω για να μην γλιστρήσω. Προσπαθούσα να ταμπονάρω την πούδρα για να μην πέσω αλλά δεν γινόταν». Γύρισε και έδωσε την πετσέτα στους συνοδούς του επάνω στο φουσκωτό. «Για πέντε λεπτά προσπαθούσα να σταθεροποιηθώ επάνω στον πάγο προκειμένου να βουτήξω στη θάλασσα. Μου ήταν αδύνατο να πάρω κλίση για να βουτήξω. Τελικά πήδηξα προς τα πάνω και μετά προς το νερό».
Ο Γιώργος Τσιάνος, γιατρός αποστολών και ερευνητής αντιδράσεων του ανθρώπινου σώματος σε ακραίες συνθήκες, πετύχαινε έναν ακόμη στόχο στη ζωή του. Έναν στόχο που του έδινε την ευκαιρία να μελετήσει στο ίδιο του το σώμα, αυτά που ερευνά ως επιστήμονας, εδώ και χρόνια. Με δυο αναβάσεις στην κορυφή του Έβερεστ (2004, 2019), ρεκόρ καλύτερου χρόνου στην κολυμβητική διάπλευση της Μάγχης (Αγγλία – Γαλλία) το 2000, τερματισμό στον αγώνα Marathon des Sables στην έρημο Σαχάρα (250 χιλιόμετρα σε επτά ημέρες με θερμοκρασία έως και πάνω από 50 βαθμούς Κελσίου) το 2015, και ολοκλήρωση του εγχειρήματος κολύμβησης από την Πελοπόννησο στην Κρήτη (101 χιλιόμετρα non-stop) το 2011, αποτελεί μια μοναδική περίπτωση γιατρού-ερευνητή και αθλητή.
Πήρε το πτυχίο του (BA) από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ και ειδικεύτηκε στη φυσιολογία της ανθρώπινης απόδοσης. Στη συνέχεια σπούδασε για μεταπτυχιακό (MSc) στο King’s College του Λονδίνου πάνω στην ανθρώπινη φυσιολογία σε ακραίες συνθήκες ψύχους, ζέστης, υψομέτρου, αεροπορικής πτήσης, πτήσης στο διάστημα και κατάδυσης. Η διατριβή του αφορούσε την υποθερμία στο κρύο νερό και την ανθρώπινη προσαρμογή. Ακολούθησε διδακτορικό δίπλωμα (PhD) στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης με επίκεντρο την αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού όταν εκτίθεται σε μεγάλο υψόμετρο και ψυχρά περιβάλλοντα. Πραγματοποίησε εργαστηριακές έρευνες σε κλιματικούς θαλάμους και ολοκλήρωσε μελέτες στο πεδίο, στα υψίπεδα της Σκωτίας, στις Ευρωπαϊκές Άλπεις, στα Ιμαλάια του Θιβέτ και του Νεπάλ. Τέλος επέστρεψε στην Ελλάδα όπου και ολοκλήρωσε τις ιατρικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Ιωάννινων.
Στην Ανταρκτική, βρέθηκε ως γιατρός αποστολής και μόλις βρήκε την ευκαιρία, με την άδεια του αρχηγού της αποστολής κατάφερε να πέσει και να κολυμπήσει στα παγωμένα νερά. «Ήταν μοναδική εμπειρία. Το νερό ήταν πεντακάθαρο. Κρυστάλλινο. Οπτικά ήταν γαλαζοπράσινο και παρότι δεν έχει οσμή, είχα μια παράδοξη αίσθηση ότι το μύριζα. Είχε την καλύτερη γεύση νερού που έχω δοκιμάσει. Ήταν ένα μείγμα θαλασσινού και φρέσκου νερού, και το αλάτι είχα την αίσθηση ότι ήταν γλυκό. Ήμουν σε υπερδιέγερση. Υπερδιέγερση όλων των αισθήσεων. Αυτή η αίσθηση της όσφρησης και γεύσης ήταν μοναδική. Στην αρχή η κολύμβηση ήταν δύσκολη. Υπήρχε άμεση αντίδραση του οργανισμού στο κρύο νερό. Το επονομαζόμενο cold shock response. Συμβαίνει σε όλους όσοι επιχειρούν να κολυμπήσουν στο κρύο νερό. Πολλοί άνθρωποι όταν πέφτουν τον χειμώνα στο νερό πνίγονται. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ξέρουν κολύμβηση. Με το που πέφτουν στο κρύο νερό προκαλείται ταχύπνοια και ταχυκαρδία. Η ταχύπνοια σε συνδυασμό με το κύμα, φέρνει τον πνιγμό. Με κάποιες διεργασίες και τεχνικές βελτιώνεται αυτό και μπορούμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους. Εγώ ένιωσα αυτή την αντίδραση του οργανισμού μου. Υπήρχε ένα σοκ. Όσο περνούσε ο χρόνος, ένιωθα τους μυς μου να σφίγγουν. Με βάση τις μετρήσεις που κάναμε, η θερμοκρασία ήταν ελάχιστα πάνω από τους 0 βαθμούς Κελσίου – το θαλασσινό νερό παγώνει στους μείον 1.8 βαθμούς Κελσίου λόγω του άλατος. Ένιωσα λοιπόν μεγάλο πόνο στο κεφάλι, δεν φορούσα κάποιο σκουφάκι. Αυτό συμβαίνει επειδή η απώλεια θερμότητας από το κεφάλι είναι πολύ μεγαλύτερη από ότι στο σώμα, ενώ είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι η κολύμβηση είναι πολύ πιο δύσκολη στο κρύο νερό, γιατί η απώλεια θερμότητας μέσα στο νερό συγκριτικά με την απώλεια θερμότητας από τον αέρα στην στεριά, είναι 25 φορές μεγαλύτερη. Και αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που μεταφέρεται η θερμότητα. Στο νερό η υποθερμία επέρχεται πιο γρήγορα, συγκριτικά με το πως επέρχεται στην στεριά. Όταν όμως βγήκα από το νερό, είχα ένα συναίσθημα απόλυτης ευεξίας. Γνωρίζοντας φυσικά ότι κρύωνα. Ένιωσα διαφορετικά κολυμπώντας σε αυτό το μέρος του πλανήτη. Έβαλα τον εαυτό μου εκεί, και ως παρουσία αλλά και ως ερευνητή. Στη φύση μου είμαι κολυμβητής. Κάτι σαν αμφίβιος. Ήταν για μένα λοιπόν επιτακτικό και ήθελα να μελετήσω για να κατανοήσω ακόμη καλύτερα πέρα από την προσωπική εμπειρία που είχα. Θα μπορούσα να εξηγήσω με επιστημονικά data πλέον. Το συναίσθημα ήταν φοβερό, αδιαπραγμάτευτο, ασύλληπτο, αλλά ταυτόχρονα άκρως αληθινό. Κολυμπούσα πλάι στα παγόβουνα και τους παγετώνες. Στο εργαστήριο, μπορούμε να προσομοιώσουμε τις συνθήκες της Ανταρκτικής, αλλά και πολλές άλλες, μέσα σε θαλάμους και δεξαμενές. Να δημιουργήσουμε δηλαδή ακραίο κρύο, ζέστη, συνθήκες υψομέτρου κ.λπ.
Εμένα όμως με ενδιαφέρει η ανταπόκριση του ανθρώπινου οργανισμού στο πεδίο. Στο πεδίο τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Δεν μπορείς να ελέγξεις τις συνθήκες. Γίνονται διάφορα πράγματα και γι’ αυτό μου αρέσουν οι έρευνες εκεί. Είναι σαν την ίδια τη ζωή – εξαρτάται από παράγοντες που μπορείς να ελέγξεις αλλά και από πολλούς άλλους, ανεξέλεγκτους. Το διδακτορικό μου αφορούσε έρευνα στο πεδίο σε ανθρώπους που βρίσκονταν εκεί. Σε περιβάλλον που ήταν ανεξέλεγκτο. Στο εργαστήριο όλα είναι ελεγχόμενα. Στο πεδίο τα λάθη πληρώνονται. Στο εργαστήριο επιλέγεις πότε να σταματήσεις σε περίπτωση που ο συμμετέχων δεν μπορεί να ανταπεξέλθει. Στο πεδίο τα πράγματα είναι διαφορετικά. Γι’ αυτόν τον λόγο τα αποτελέσματα είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα. ‘Πατάμε’ βέβαια πάνω στη σημαντική γνώση που έχουμε αποκομίσει στο εργαστήριο, σημαντικό αυτό, και πάμε ένα βήμα παραπέρα. Βέβαια και στο εργαστήριο μπορεί να πάει κάτι στραβά. Απλώς το περιβάλλον είναι ελεγχόμενο και πιο ασφαλές».
Οι παγετώνες που λιώνουν
Ο Γιώργος είχε την ευκαιρία να δει τους παγετώνες της Ανταρκτικής και να κολυμπήσει πλάι τους. Η πιο πικρή διαπίστωση όμως, όσον αφορά το λιώσιμο των παγετώνων, ήταν όταν είχε πάει για δεύτερη φορά στο Έβερεστ, με διαφορά 15 χρόνων από την πρώτη φορά στη δεύτερη. «Στην Ανταρκτική πήγαινα για πρώτη φορά και δεν μπορούσα να συγκρίνω πως ήταν οι παγετώνες πριν και μετά. Μόνο μέσα από αρχειακό φωτογραφικό υλικό. Στο Έβερεστ όμως μπορούσα. Και τις δύο φορές που ανέβηκα είχα επιλέξει να το κάνω από την βόρεια πλευρά, εκεί υπάρχει ο παγετώνας East Rongbuk. Μέσα σε δεκαπέντε χρόνια που είχα να πάω, η αλλαγή ήταν εμφανής. Ο παγετώνας είχε συρρικνωθεί. Από την κατασκήνωση βάσης μέχρι την προωθημένη κατασκήνωση, από τα 5.500 μέτρα δηλαδή στα 6.400 μέτρα, ο παγετώνας δεν είχε την ίδια έκταση το 2019 συγκριτικά με όπως τον είχα βιώσει το 2004. Όλα αυτά βέβαια είναι καταγεγραμμένα. Το ίδιο πρόβλημα έχουμε και στις Άλπεις όπως και σε άλλα μέρη του πλανήτη. Δεν χρειάζεται να πας στην Ανταρκτική ή το Έβερεστ προκειμένου να καταλάβεις την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στους παγετώνες και στο περιβάλλον γενικότερα».
«Οι δυσκολίες είναι απλώς πράγματα που πρέπει να ξεπεραστούν». Σερ Έρνεστ Σάκλετον.
Ο Ιρλανδός εξερευνητής, έχει συνδέσει το όνομα του με την εξερεύνηση της Ανταρκτικής αλλά και τις συγκλονιστικές αναφορές επιβίωσης του ιδίου και της ομάδας του. O Γιώργος Τσιάνος, με την έρευνα αλλά και την δουλειά που κάνει, προσπαθεί να αποδείξει του λόγου το αληθές. Ότι δηλαδή οι «δυσκολίες είναι απλώς πράγματα που πρέπει να ξεπεραστούν». Με την έρευνα που κάνει, σε πραγματικές συνθήκες στο πεδίο, προσπαθεί να κατανοήσει και να εξηγήσει μαζί με τους συνεργάτες του τους μηχανισμούς αντίδρασης του ανθρώπινου σώματος σε ακραίες συνθήκες, ώστε όσοι επιλέγουν να εκτεθούν σε τέτοιου είδους συνθήκες να είναι προετοιμασμένοι, ενώ με την δουλειά του, γιατρός αποστολών και γιατρός που δουλεύει σε απομακρυσμένες περιοχές, προσπαθεί να ξεπερνά τις δυσκολίες που παρουσιάζονται. «Η Ανταρκτική για μένα έχει έναν ιδιαίτερο ρομαντισμό συγκριτικά με την Αρκτική στην οποία επίσης έχω βρεθεί. Οι συνθήκες είναι πιο δύσκολες στην Ανταρκτική. Η ιατρική μου εξειδίκευση έχει να κάνει με τις αποστολές. Η Ανταρκτική, είναι το πλέον απομακρυσμένο μέρος με ακραίες συνθήκες. Εγώ πήγα εκεί ως γιατρός αποστολής λόγω της εξειδίκευσης μου και της εμπειρίας μου σε βουνό, θάλασσα και έρημο. Πήγα για να παρέχω ιατρική υποστήριξη. Η εργασιακή μου βάση είναι η Σκωτία και δουλεύω στα Χάιλαντς σε απομακρυσμένες και απομονωμένες περιοχές. Εκεί όπου υπάρχουν ανάγκες τις οποίες δεν μπορεί να καλύψει απλόχερα το σύστημα υγείας. Σε σημεία με ιδιαιτερότητες. Σε σημεία όπου δεν υπάρχει κοντά νοσοκομείο και που χρειάζεται πολλές φορές πέντε με έξι ώρες διαδρομή, αν είσαι τυχερός, προκειμένου να προσεγγίσει κάποιος δευτεροβάθμιες ή και τριτοβάθμιες υπηρεσίες υγείας. Εκεί ο γιατρός πρέπει να βρει λύσεις. Πρέπει να σκεφτεί εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να ξεπεράσει κάποια δυσκολία. Το ίδιο πρέπει να κάνεις και σε μια αποστολή στην Ανταρκτική. Είσαι ο μοναδικός γιατρός που υπάρχει, πρέπει να έχεις γνώση πολλών ειδικοτήτων, να έχεις ευρεία γνώση περιστατικών, να μπορείς να σταθεροποιήσεις έναν ασθενή σε επείγουσα κατάσταση, να αντιμετωπίσεις τραυματισμούς, να μπορείς να διατηρήσεις την ψυχραιμία σου όποιες κι αν είναι οι συνθήκες, και ίσως να αποδεχθείς σε κάποια δύσκολη στιγμή, ότι αυτό με το οποίο έρχεσαι αντιμέτωπος σε κάποιες συγκεκριμένες καταστάσεις είναι ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, γιατί είτε δεν έχεις τα μέσα είτε δεν έχεις το χρόνο. Στη συγκεκριμένη αποστολή, παρουσιάστηκε ένα περιστατικό, το οποίο δεν μπορούσε να αντιμετωπιστεί με τα μέσα που είχαμε στο ιατρείο του πλοίου. Η εναλλακτική λύση ήταν να επιστρέψουμε πίσω από εκεί που ξεκινήσαμε. Όλη η αποστολή. Αυτό σήμαινε ταξίδι επιστροφής τεσσάρων ημερών.
Ταξίδι τεσσάρων ημερών, σε μια θάλασσα με πολλά μποφόρ και τεράστια κύματα, με πολλές δυσκολίες. Η Ανταρκτική δεν είναι όπως παρουσιάζεται στις ταινίες. Η θάλασσα είναι άγρια. Ψάξαμε αν υπάρχει κάποιο καράβι κοντά μας το οποίο μήπως και έχει στο ιατρείο του το συγκεκριμένο ιατρικό αντικείμενο που χρειαζόμουν. Τελικά βρέθηκε στη μέση του Ωκεανού ένα καράβι το οποίο με κόπο και μετά από συνεργασία συναντήσαμε, πήρα αυτό που χρειαζόμουν, και συνεχίσαμε. Το περιστατικό ευτυχώς λύθηκε προσωρινά, αλλά και πάλι με επιφυλάξεις. Η λύση πάντως να δώσεις σε ένα άλλο πλοίο που περνά και επιστρέφει κάποιον ασθενή, δεν είναι εφικτή. Κανένας δεν θέλει να πάρει την ευθύνη ενός τραυματία ή αρρώστου στο πλοίο του. Οι μόνες λύσεις που υπήρχαν ήταν είτε να γυρίσουμε πίσω εμείς (το πιο σύνηθες), είτε να βρούμε το ιατρικό αντικείμενο που απαιτούνταν (το πλέον ασυνήθιστο). Τέτοιου είδους εξοπλισμός που χρειαζόμουν, δεν συνηθίζεται να υπάρχει σε ιατρείο πλοίου».
Αποστολή Rugby στο Έβερεστ
Ο Γιώργος κλήθηκε να αντιμετωπίσει ένα ακόμη πιο σοβαρό περιστατικό, το 2019 στα Ιμαλάια, όταν ακολούθησε την αποστολή LMAX Everest Rugby Challenge. Ήταν εκεί με τον ρόλο του γιατρού αποστολής. Η ομάδα LMAX, η οποία αποτελούνταν από 29 άτομα, επιχείρησε και έπαιξε με επιτυχία δύο αγώνες ράγκμπι, έναν στα 5.200 μέτρα στη βόρεια κατασκήνωση του Έβερεστ και έναν άλλον στα 6.400 μέτρα στον παγετώνα Rongbuk. Και τα δύο παιχνίδια μπήκαν επίσημα στο βιβλίο των παγκόσμιων ρεκόρ Γκίνες ως τα υψηλότερα σε υψόμετρο παιχνίδια ράγκμπι που παίχτηκαν ποτέ. «Ένα από τα μέλη της αποστολής παρουσίασε εκτεταμένο πνευμονικό οίδημα, και πολύ γρήγορα δημιουργήθηκε πνευμοθώρακας» λέει ο Γιώργος και συνεχίζει: «Στο νοσοκομείο αποδείχθηκε ότι είχε και αιμο-πυοθώρακα. Δηλαδή επιπλέον είχε λοίμωξη και τραυματισμό στους πνεύμονες. Ήταν μια διεργασία η οποία σιγά σιγά επιδεινωνόταν και έσκασε την τελευταία ημέρα της αποστολής. Έπρεπε να τον κατεβάσουμε κάτω, επειγόντως. Αυτό όμως δεν ήταν εύκολο. Είχε μεγάλη διαδικασία. Στη βόρεια πλευρά του Έβερεστ από το Θιβέτ, δεν είναι όπως στην νότια από το Νεπάλ. Δεν μπορεί να προσεγγίσει εύκολα ελικόπτερο. Προσπαθήσαμε. Προσπάθησε η βρετανική κυβέρνηση, το κινεζικό υπουργείο και η απάντηση ήταν ότι δεν μπορεί να προσεγγίσει ελικόπτερο. Εξάλλου σε αυτά τα υψόμετρα, ο καθένας αναλαμβάνει τις ευθύνες του για τους λόγους που ο καθένας βρίσκεται εκεί, ή όπου αλλού. Ακούγεται ίσως σκληρό, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Μπορώ όμως να εγγυηθώ, με πλήρη συναίσθηση των καταστάσεων, πως κανένας δεν ασχολείται με τέτοιες δράσεις με σκοπό να χάσει τη ζωή του. Προσπαθήσαμε λοιπόν να τον κατεβάσουμε στην κατασκήνωση βάσης. Χρειάστηκαν δώδεκα ώρες.
Στην αρχή προσπαθούσε να περπατήσει σιγά σιγά. Μετά δεν μπορούσε άλλο και τον βάλαμε να καβαλήσει ένα γιακ, τα ντόπια θιβετιανά βουβάλια. Έτσι φτάσαμε στην κατασκήνωση βάσης. Κι εκεί όμως μας είπαν ότι και πάλι δεν μπορούν να στείλουν ελικόπτερο. Έτσι έπρεπε με αυτοκίνητο, άλλες δώδεκα ώρες να τον πάω στα σύνορα με το Νεπάλ και από εκεί να έρθει ελικόπτερο για να τον πάρει και να τον πάει στο Κατμαντού. Στο νοσοκομείο του Κατμαντού του είπαν ότι λίγο ακόμη και θα είχε πεθάνει. Οι πνεύμονες του είχαν ‘τερματίσει’. Θυμάμαι στην διαδρομή από την κατασκήνωση βάσης στα σύνορα με το Νεπάλ, ο άνθρωπος πονούσε, με δυσκολία ανέπνεε και έπαθε και αναπνευστική ανακοπή. Κατάφερα να τον επαναφέρω και είμαστε τυχεροί που ζει. Ακόμα και σήμερα παραμένουμε εγκάρδιοι φίλοι. Βέβαια έμεινε δύο μήνες στο νοσοκομείο στο Νεπάλ και για δύο χρόνια ταλαιπωρήθηκε με λοιμώξεις του αναπνευστικού και αναπνευστικά προβλήματα. Έπαθε μεγάλη ζημιά».
Συναντήσεις με το μοιραίο
Ο Άγγλος αθλητής στο Έβερεστ, και το μέλος της αποστολής στην Ανταρκτική ήταν από τους τυχερούς των αποστολών σε περιοχές όπου επικρατούν ακραίες συνθήκες. «Έχω έρθει πολλές φορές αντιμέτωπος με θανάτους» λέει ο Γιώργος Τσιάνος και συνεχίζει: «Ειδικά στο Έβερεστ, και όχι μόνο, όπου γίνονται πολλά ατυχήματα. Εκεί πρέπει άμεσα να δοθούν οι πρώτες βοήθειες. Είμαι ανένδοτος υποστηρικτής της άποψης ότι σε όλες τις αποστολές θα πρέπει να υπάρχει ιατρική βοήθεια. Όχι μόνον γιατρός, αλλά εξειδικευμένος γιατρός, ο οποίος θα μπορεί να ακολουθεί την αποστολή μέχρι το τέλος, αν χρειαστεί. Όχι να πηγαίνει με την αποστολή και να μένει στην κατασκήνωση βάσης. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι θα πάει μια αποστολή σε ψηλό βουνό και ο γιατρός της θα μείνει στην κατασκήνωση βάσης. Έχουν γίνει πολλά ατυχήματα, ιατρικής φύσεως, σε Έλληνες, όπως και ξένους ορειβάτες, σε αποστολές στο εξωτερικό τα οποία, ίσως, με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες και ιστορίες από τους παραβρισκόμενους, θα μπορούσαν να είχαν άλλη εξέλιξη αν υπήρχε μαζί τους γιατρός. Κι εδώ στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλο πρόβλημα με τα ατυχήματα στα βουνά μας, ειδικά στον Όλυμπο. Διαθέτουμε εξαιρετικές ομάδες διάσωσης αλλά μου είναι περίεργο να μην υπάρχουν γιατροί εξειδικευμένοι αποκλειστικά και μόνο για τέτοιου είδους αποστολές. Βέβαια, παραδέχομαι ότι σε αυτό το κομμάτι είμαι προκατειλημμένος από την εμπειρία μου στο εξωτερικό αλλά και τις πολυάριθμες αποστολές στις οποίες έχω βρεθεί. Επιπλέον, οι γιατροί των αποστολών, θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι και προπονημένοι, ακόμη περισσότερο από τα μέλη της αποστολής. Και αυτό γιατι θα πρέπει να έχουν την ικανότητα να ακολουθήσουν αλλά και να παραμείνουν ψύχραιμοι και έτοιμοι να παρέμβουν όταν θα χρειαστεί σε οποιεσδήποτε συνθήκες και αν προκύψουν, οπουδήποτε και αν προκύψουν».
Ο Γιώργος Τσιάνος, πέτυχε έναν ακόμη από τους στόχους του (αν και ο ίδιος δεν τους ονομάζει στόχους!) κολυμπώντας στα νερά της Ανταρκτικής. Το τι έπεται στην συνέχεια, μάλλον μόνο ο ίδιος το γνωρίζει …
Καθόλου σχόλια
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.